Η Σχολική Διαμεσολάβηση δεν είναι μόνο για τα Παιδιά

Η Σχολική Διαμεσολάβηση έχει πια μπει στο λεξιλόγιο πολλών σχολείων — και αυτό, από μόνο του, είναι ένα αισιόδοξο βήμα. Όλο και περισσότερα παιδιά μαθαίνουν να λύνουν τις διαφωνίες τους με λόγο, να ακούνε και να ακούγονται, να σέβονται και να συνυπάρχουν. Είναι ένα εργαλείο που χτίζει ήθος, δημοκρατία, ενσυναίσθηση.

Κι όμως, όσο προχωράμε, τόσο πιο έντονα αναδύεται ένα ερώτημα: είμαστε κι εμείς οι ενήλικες έτοιμοι να υποστηρίξουμε αυτή τη διαδικασία;

Η αλήθεια είναι ότι πολλοί/πολλές εκπαιδευτικοί — ακόμη κι εκείνοι με ενδιαφέρον για τις σύγχρονες παιδαγωγικές πρακτικές — δείχνουν επιφυλακτικότητα όταν η Διαμεσολάβηση στρέφεται και προς τις σχέσεις μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών. Δεν είναι λίγοι/ες εκείνοι που νιώθουν ότι μια τέτοια διαδικασία μπορεί να “αμφισβητήσει την αυθεντία τους” ή να τους/τις εκθέσει.

Αυτό που χρειάζεται, όμως, δεν είναι η αποστασιοποίηση αλλά η κατανόηση του ρόλου μας: η διαμεσολάβηση δεν μας αφαιρεί κύρος — μας προσθέτει παιδαγωγική ποιότητα. Μας δείχνει πρόθυμους να ακούμε, να αναστοχαζόμαστε, να λειτουργούμε ως πρότυπα συναισθηματικής ωριμότητας. Η συμμετοχή μας δεν υπονομεύει την παιδαγωγική θέση — την ενδυναμώνει. Δεν μειώνει τον ρόλο μας — τον βαθαίνει. Διδάσκουμε πιο ουσιαστικά, όταν επιλέγουμε το διάλογο. Όταν επιτρέπουμε στα παιδιά να είναι συμμέτοχα στη λύση και όχι απλά αποδέκτες.

Ίσως, λοιπόν, ένα από τα επόμενα βήματα να είναι η ενημέρωση των εκπαιδευτικών όχι για το «πώς εφαρμόζεται η Διαμεσολάβηση», αλλά για το γιατί αξίζει να την εμπιστευτούμε και εμείς. Ίσως είναι καιρός να δούμε τη Διαμεσολάβηση όχι ως τεχνική, αλλά ως στάση σχολικής ζωής. Όχι μόνο για να τη διδάσκουμε στα παιδιά, αλλά για να τη ζούμε — κι εμείς.

Γιατί αν η Διαμεσολάβηση γίνει κουλτούρα ολόκληρης της σχολικής κοινότητας – παιδιών και ενηλίκων – τότε, και μόνο τότε, έχει πραγματικό μέλλον.

Κύλιση στην κορυφή